Και εγένετο το «Σύλλογος Μεγάλος»!

    Σήμερα θα κάνουμε μια αναδρομή στο έργο και την ζωή τριών ανθρώπων που έγιναν σημείο αναφοράς, για όλους εμάς που κάθε Κυριακή σε όποιο γήπεδο και αν είμαστε κάνουμε σύνθημα στα χείλη μας το περιβόητο «Σύλλογος Μεγάλος». Δηλαδή τον ύμνο του Παναθηναϊκού μας!

    Γράφει ο Βασίλης Ντούτσης.

    Η Ιστορία ξεκινάει λίγο πριν την αυγή της δεκαετίας του 1960. Τότε έπειτα από ένα φιλικό παιχνίδι μεταξύ του ΠΑΟ και της Α.Ε. Παγκρατίου, όπου ο Παναθηναϊκός έπαιξε φανταστική μπάλα. Οι δύο φίλοι και συνεργάτες, ο συνθέτης Γ.Μουζάκης και ο στιχουργός Γ.Οικονομίδης, περπατώντας προς την έξοδο της Αλεξάνδρας και πηγαίνοντας προς την Ιπποκράτους, εμπνεύστηκαν, τους πρώτους στίχους του κομματιού που αργότερα έγινε ο ύμνος του Παναθηναϊκού.

    «Σύλλογος μεγάλος», είπε αρχικά ο Μουζάκης, για να απαντήσει ο Οικονομίδης, «δεν υπάρχει άλλος». Έτσι ξεκίνησε η ιστορία. Λίγο μετά ο Οικονομίδης πρόσθεσε και τους άλλους στίχους, ενώ ο Μουζάκης έκοψε το εσωτερικό χαρτί από το πακέτο από τα τσιγάρα του, έφτιαξε ένα πρόχειρο πεντάγραμμο και άρχισε να αυτοσχεδιάζει με τις νότες. Σε λίγες μέρες το τραγούδι ήταν έτοιμο και ξεκίνησαν πρόβες σε γνωστή ταβέρνα της Πλάκας με πρώτο ερμηνευτή του τραγουδιού, τον Λεό Λεονάρντο του Τρίο Μπελκάντο.

    Όμως στο στούντιο για την επίσημη ηχογράφηση του τραγουδιού, τον Μάρτιο του 1960, δεν θα μπει ο Λεονάρντο, αλλά ένας νεαρός, πολλά υποσχόμενος τραγουδιστής, πού μόλις είχε ανακαλύψει ο Οικονομίδης. Ο λόγος για τον Γιάννη Βογιατζή. Εκείνα τα χρόνια ο Οικονομίδης έκανε στο κρατικό ραδιόφωνο, την πιο διάσημη ραδιοφωνική εκπομπή, ένα τάλεντ σόου της εποχής, τα «Νέα Ταλέντα».

    Εκεί λοιπόν είχε περάσει και είχε δοκιμάσει της φωνητικές του δυνατότητες ο Βογιατζής, ο Οικονομίδης τον θυμόταν κι όταν ο Μουζάκης τον ρώτησε αν έχει στο νου κάναν νέο τραγουδιστή, πού θα ερμήνευε το τραγούδι. Τότε ο Οικονομίδης είπε αμέσως, «έχω, είναι νεαρός και τον λένε Γιάννη Βογιατζή».

    Έτσι τον Μάρτιο του 1960, ηχογραφήθηκε στα στούντιο του Μάτσα, στην Ακαδημίας το τραγούδι, που έμελλε να εξελιχθεί στον ύμνο του Παναθηναϊκού. Επίσημα η διοίκηση του Παναθηναϊκού, υιοθέτησε το τραγούδι να αποτελέσει τον επίσημο ύμνο της ομάδας, σε όλα τα τμήματα, 2 χρόνια μετά, το 1962. Όσον αφορά τους στίχους με γυμνό μάτι εύκολα καταλαβαίνεις ότι περιγράφουν επακριβώς το κλίμα της εποχής και του τι αντιπροσώπευε ο Παναθηναϊκός εκείνα τα χρόνια.

    Η εισαγωγή με το «σύλλογος μεγάλος», μαρτυράει ακριβώς την αστική καταγωγή της ομάδας και την περισυλλογή της από την υψηλή αθηναϊκή κοινωνία της δεκαετίας του 60. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι πρόεδρος του Παναθηναϊκού, εκείνα τα χρόνια που υιοθετεί ως επίσημο ύμνο το τραγούδι των Μουζάκη-Οικονομίδη, είναι ο Ιωάννης Μοάτσος, στενός φίλος και συνεργάτης του παλαιού πρωθυπουργού και ηγέτη των Κεντρώων, Νικόλαου Πλαστήρα.

    Βέβαια όλα αυτά, να τα αξιολογήσουμε με το πνεύμα εκείνων των μακρινών δεκαετιών, όπου η δομή της ελληνικής κοινωνίας, απείχε παρασάγγας από τις σημερινές δομές της. Ένα άλλο σημείο του ύμνου είναι ο περίφημος στίχος «Πρωταθλητή σε όλα τα σπόρ παντοτινέ», πού έγινε πρόσφατα αντικείμενο χλεύης από οπαδούς, των άλλων ομάδων και δίχασε τους οπαδούς του Παναθηναϊκού. Να διευκρινίσω το εξής. Όταν γράφτηκε ο Ύμνος την δεκαετία του 60, ο ΠΑΟ ήταν πρωταθλητής, στα κυριότερα ομαδικά αθλήματα. Κι αυτό είναι καλό για όσους το αμφισβητούν να ανατρέξει στα επίσημα στοιχεία των ελληνικών ομοσπονδιών όλων των αθλημάτων.

    Άρα, θα ήταν τελείως άκαιρο οι οπαδοί του Παναθηναϊκού να απολογούνται και να δίνουν εξηγήσεις σχετικά με τον συγκεκριμένο στίχο. Τώρα θα γράψω και δύο λόγια για τους συντελεστές του ύμνου.

    Ο Γιώργος Μουζάκης ήταν ένας από τους κορυφαίους συνθέτες που ανέδειξε το λεγόμενο ελαφρολαικό τραγούδι. Έπαιξε στις μεγαλύτερες ορχήστρες του κόσμου, ενώ το 2003 τον βράβευσε με τον χρυσό φοίνικα για την προσφορά του στο ελληνικό τραγούδι, ο τότε πρόεδρος της δημοκρατίας, Κωστής Στεφανόπουλος.

    Ο Γιώργος Οικονομίδης ήταν ίσως ο μεγαλύτερος κονφερασιέ που ανέδειξε το ελληνικό ραδιόφωνο και ένας από τους καλύτερους παρουσιαστές εκπομπών, αργότερα στην νεοιδρυθείσα ελληνική τηλεόραση. Ανέδειξε μέσα από την εκπομπή του «Νέα Ταλέντα», όχι μόνο τον προαναφερθέντα Γιάννη Βογιατζή, αλλά και τις Νανά Μούσχουρη, Τζένη Βάνου και τον γνωστό Χάρρυ Κλύν. Δυστυχώς η στοχοποίησή του αργότερα στην μεταπολίτευση εξαιτίας της συνεργασίας του με το καθεστώς της 21ης Απριλίου, αμαύρωσαν κάπως την υστεροφημία του.

    Όπως έχω ξανατονίσει όμως, όταν έχεις να αντιμετωπίσεις ένα απολυταρχικό καθεστώς, οι επιλογές αντίδρασης σου, είναι εξαιρετικά περιορισμένες. Οι δύο τους τιμήθηκαν μετά τον θάνατο τους, από την διοίκηση του ερασιτέχνη Παναθηναϊκού, με το χρυσό τριφύλλι .Ο Γιάννης Βογιατζής, ενώ ξεκίνησε με μεγάλες προοπτικές την καριέρα του, αφού αποτέλεσε τον επίσημο τραγουδιστή των μιούζικαλ του Δαλιανίδη, κάπου από τα μέσα της δεκαετίας του 70′ αρχίζει και χάνει αρκετά από την δυναμική του.

    Αυτή ήταν η ζωή των 3 ανθρώπων που έδωσαν την ψυχή τους ώστε κάθε Κυριακή στο γήπεδο μας, σε όποιο άθλημα και να είναι αυτό, να ακούγεται το γνωστό σφύριγμα που ακολουθείται από το «Σύλλογος μεγάλος».