Οικονόμου: «Στον Παναθηναϊκό μας έμαθαν ότι ο πρώτος είναι πρώτος, ο δεύτερος είναι… τίποτα»

    Σαν σήμερα πριν από 22 χρόνια, ο Παναθηναϊκός επικρατεί του ΠΑΟΚ μέσα στο κατάμεστο ΟΑΚΑ και στέφεται Πρωταθλητής Ελλάδος μετά από 14 ολόκληρα χρόνια. Ο Νίκος Οικονόμου μιλάει στο SDNA για τον μεγάλο τελικό και την κατάκτηση του τροπαίου που αποτέλεσε για πολλούς, την αρχή της «πράσινης» κυριαρχίας.

    Ήταν 24/5/1998 όταν ο Παναθηναϊκός ανακηρύχθηκε πρωταθλητής Ελλάδος για 20η φορά στην ιστορία του, επικρατώντας του ΠΑΟΚ με 68-58 στον 5ο τελικό των playoff, που διεξήχθη στο ΟΑΚΑ, «σπάζοντας» την κατάρα τριών χαμένων τελικών (1993, 1995, 1996).

    Το πρωτάθλημα εκείνο αποτέλεσε την αρχή της «πράσινης» δυναστείας την οποία έκτισε ο Ζέλιμιρ Ομπράντοβιτς από το καλοκαίρι του 1999 και έπειτα.

    Ο εκ των πρωταγωνιστών του μεγάλου εκείνου τελικού του ΟΑΚΑ, Νίκος Οικονόμου, μιλάει στο SDNA, για εκείνη την ξεχωριστή χρονιά, για το επόμενο πρωτάθλημα των «πρασίνων», το 1999 με αντίπαλο τον Ολυμπιακό, ενώ σχολιάζει και το «σήμερα» του Παναθηναϊκού και του ελληνικού μπάσκετ.

    Ακόμα, στέκεται στους μεγάλους αντιπάλους του Παναθηναϊκού εκείνης της εποχής, όπως ο ΠΑΟΚ, ο Άρης και ο Πανιώνιος που πλέον ταλαιπωρούνται από δεκάδες προβλήματα, ενώ τέλος με την εμπειρία του ως προπονητής μιλάει για τα νέα ταλέντα του ελληνικού μπάσκετ αλλά και τη διαφορά νοοτροπίας που υπάρχει από εποχή σε εποχή αναφορικά με τον αθλητισμό.

    – 22 χρόνια από το πρωτάθλημα του 1998. Ένα πρωτάθλημα που ήρθε μετά από 14 χρόνια. Εσείς ήσασταν από το 1991 στους «πράσινους». Παρά τις υπόλοιπες επιτυχίες, αυτή η διάκριση που δεν ερχόταν, σας «στοίχειωνε»;

    «Το θέλαμε πάρα πολύ, παρά τις υπόλοιπες επιτυχίες που είχαμε πάντα το πρωτάθλημα είναι κάτι ξεχωριστό. Είχαμε φτάσει και πολύ κοντά τα προηγούμενα χρόνια, είχαμε πάει σε τρεις τελικούς αλλά δεν τα είχαμε καταφέρει. Νομίζω ήταν κάτι που το θέλαμε πάρα πολύ. Ήταν μεγάλη χαρά το πρωτάθλημα, ήταν αντίστοιχη χαρά με το ευρωπαϊκό να σας πω την αλήθεια. Ήταν στο γήπεδο μας, ήταν το πέμπτο παιχνίδι, ήταν ένα πολύ κακό παιχνίδι θυμάμαι με χαμηλό σκορ».

    – Τι θυμάστε από τις τελευταίες στιγμές πριν πατήσετε το παρκέ του ΟΑΚΑ για τον αγώνα «ζωής και θανάτου» απέναντι στον ΠΑΟΚ;

    «Είχαμε καθαρό μυαλό, το πιστεύαμε πολύ. Τότε είχε κόσμο και από τις δύο ομάδες, ήταν η ατμόσφαιρα αποπνικτική, θυμάμαι όταν μπήκαμε στο γήπεδο είχε πάρα πολύ κόσμο, ήταν ασφυκτικά γεμάτο, δεν υπήρχε ούτε μια κενή θέση. Αν σου έλεγαν ότι θα διεκδικήσεις το πρωτάθλημα στο γήπεδο σου στο πέμπτο παιχνίδι θα έλεγε κανείς πως ήταν ιδανικές οι συνθήκες, βέβαια υπήρχε και πίεση φυσικά. Όπως και ο ΠΑΟΚ ήταν τρομερός αντίπαλος, πολύ αξιόλογος, είχε μια εκπληκτική ομάδα και το παιχνίδι ήταν ντέρμπι, στα τελευταία λεπτά άνοιξε το σκορ».

    – Πολλοί χαρακτηρίζουν το πρωτάθλημα εκείνο, ως την αφετηρία της κυριαρχίας του Παναθηναϊκού για τα επόμενα χρόνια. Ήταν έτσι;

    «Εμείς αυτό που επιθυμούσαμε ήταν να αντιμετωπίσουμε στον τελικό τον αιώνιο αντίπαλο, τον Ολυμπιακό και να πάρουμε το πρωτάθλημα. Εκείνη τη χρόνια ο Ολυμπιακός αποκλείστηκε από ένα σουτ του Στογιάκοβιτς και τελικά πέρασε ο ΠΑΟΚ. Αυτό τελικά έγινε την επόμενη χρονιά που τους αντιμετωπίσαμε στην έδρα τους, στο ΣΕΦ και πήραμε το πρωτάθλημα. Για μένα αυτή η χρονιά ήταν η χρονιά ορόσημο που γέμισε αυτοπεποίθηση την ομάδα, το πρωτάθλημα του 1999. Όταν είσαι παίκτης και έχεις μια επιτυχία, χαίρεσαι δύο μέρες μετά το ξεχνάς και επιστρέφεις στην προπόνηση και τη σκληρή δουλειά. Αυτό που δεν ξεχνάς είναι οι αποτυχίες. Έναν χαμένο τίτλο θα τον θυμάσαι για περισσότερο γιατί ξέρεις ότι πάει χάθηκε ο τίτλος, ο τελικός, δεν γυρνάει πίσω».

    – Στον τελικό καταφέρατε ουσιαστικά να «σβήσετε» τον Πέτζα Στογιάκοβιτς που τελείωσε το παιχνίδι με 3/13 σουτ, πως έγινε αυτό;

    «Ο Μπάιρον Σκοτ ήταν αυτός που κατάφερε να περιορίσει τον Στογιάκοβιτς, έκανε ένα εξαιρετικό δεύτερο ημίχρονο, γιατί στο πρώτο δεν ξεχώριζε κάποιος, δεν έπαιξε κανείς καλά. Αυτός ήταν που τράβηξε. Πιστεύω ήταν από τους πιο μεγάλους παίκτες που πέρασαν από το ελληνικό πρωτάθλημα, αν και έμεινε μόνο μια χρονιά στην ομάδα. Για τον Πέτζα τι να πούμε, νομίζω ήταν τρομερή η εξέλιξη του, μπορεί να μην έπαιξε καλά στο παιχνίδι με εμάς αλλά ήταν αυτός που έφερε τον ΠΑΟΚ στον τελικό με το εύστοχο τρίποντο απέναντι στον Ολυμπιακό. Ένας σουτέρ έτσι είναι, μπορεί τη μια μέρα να σου βάλει 10/10 και την άλλη 3/13 όπως στον τελικό. Αλλά το πιο σημαντικό για τον Πέτζα ήταν ότι μπορεί να είχε 1/10 αλλά το ένα που θα χρειαζόταν να βάλει για να πάρει το παιχνίδι, θα το βάλει, όπως έγινε και στον ημιτελικό με τον Ολυμπιακό. Ήταν πολύ μεγάλος παίκτης και πολύ καλό παιδί».

    – Αν πούμε σε ένα παιδί που παρακολουθεί τον Παναθηναϊκό και το ελληνικό πρωτάθλημα ότι οι «πράσινοι» έκαναν 14 χρόνια να πάρουν πρωτάθλημα μάλλον θα αναρωτηθεί πως έγινε αυτό…

    «Υπήρχαν άλλες ομάδες τότε. Μια και βλέπω το «Last dance» και ο Τζόρνταν περίμενε επτά χρόνια για να πάρει το πρωτάθλημα με τους Μπουλς. Σου φαίνεται απίστευτο, γιατί θα πεις και ποιος το έπαιρνε αν όχι αυτοί; Και όμως επτά χρόνια χρειάστηκαν για να φτιαχτεί αυτή η ομαδάρα που μετά έπαιρνε τα πρωταθλήματα!».

    – Μια και αντίπαλος σας τότε ήταν ο ΠΑΟΚ, πως σας φαίνεται που ιστορικές ομάδες του παρελθόντος όπως οι «ασπρόμαυροι», ο Άρης, ο Πανιώνιος φέτος ήταν στις τελευταίες θέσεις τις βαθμολογίας με κίνδυνο να υποβιβαστούν;

    «Δεν μπορώ να το καταλάβω αυτό το οποίο γίνεται με αυτές τις μεγάλες ομάδες, αλλά σίγουρα ήταν κακή διαχείριση. Προφανώς υπήρξαν μπάτζετ τα οποία δεν μπορούσαν να καλυφθούν. Για μένα μετά από όλο αυτό που έχει συμβεί στην Ελλάδα αλλά και σε όλο τον κόσμο με τον κορωνοϊό, θα πρέπει οι ομάδες να κοιτάξουν να φτιάξουν πολύ σωστά, να υπάρχουν κάποιοι κανόνες που θα τηρούνται απ΄ όλες τις ομάδες. Γενικά το μπάσκετ έχει χαλάσει πάρα πολύ. Εγώ το έζησα για λίγο στην Α1 σαν πρώτος προπονητής και δεν μου άρεσε καθόλου αυτό που έβλεπα. Γι’ αυτό και αποφάσισα να ασχοληθώ με τα παιδιά και να έχω μια ομάδα που καταφέραμε και ανεβήκαμε κατηγορία όπως έγινε στην Β εθνική, αλλά περισσότερο θέλησα να επικεντρωθώ στα παιδιά γιατί αυτό που είδα στην Α1, με εξαίρεση 4-5 ομάδες δεν μου άρεσε, δεν με εκφράζει αυτή η κατάσταση στο ελληνικό πρωτάθλημα. Οπότε πρέπει να υπάρξουν κάποιοι κανόνες, κάποια μπάτζετ, εγγυητικές, να ισχύουν για όλους αυτά και να τα τηρούν όλοι.

    Ο Άρης, ο ΠΑΟΚ, ο Πανιώνιος για να ορθοποδήσουν πρέπει να βρούνε μια μόνιμη λύση. Οι λύσεις που βρίσκουν τώρα είναι ίσα ίσα για οκτώ μήνες για να βγει η σεζόν. Στο ποδόσφαιρο ο ΠΑΟΚ έχει τον Ιβαν Σαββίδη, βρέθηκε αυτός ο άνθρωπος, πλήρωσε τα χρέη της ομάδας, επένδυσε και κατάφερε να πάρει κύπελλα και πρωτάθλημα. Το ίδιο και η ΑΕΚ στο μπάσκετ. Ποιος ξέρει αν δεν είχε βρεθεί ο κύριος Αγγελόπουλος να ασχοληθεί σοβαρά αν η ΑΕΚ θα είχε καταφέρει να πρωταγωνιστεί ξανά. Ο κύριος Δρακόπουλος στον Ηρακλή επίσης, έχει κάνει εξαιρετική δουλειά, βοήθησε μια ιστορική ομάδα να επιστρέψει. Ανάλογες λύσεις πρέπει να βρεθούν και στις ομάδες που έχουν τα προβλήματα τώρα, όχι προσωρινές».

    – Ο Παναθηναϊκός πως σας φάνηκε τη φετινή σεζόν; Ο Γιώργος Βόβορας θα είναι ο… εκλεκτός του «τριφυλλιού», πως σας φαίνεται σαν επιλογή;

    «Δεν παρουσίασε κάτι το τρομερό ο Παναθηναϊκός φέτος. Δεν μιλάμε φυσικά για το ελληνικό πρωτάθλημα, δεν τον συγκρίνω με τις άλλες ομάδες. Για την ευρωλίγκα κυρίως μιλάω, δεν μου άρεσε, δεν ήταν κάτι το οποίο σε ενθουσιάζει να το βλέπεις. Όταν πας να κοντράρεις μια ομάδα για να περάσεις για παράδειγμα στο φάιναλ φορ, θα πρέπει να την αντιμετωπίσεις τρεις φορές, όχι μια. Ο καλύτερος σε τρεις αγώνες θα φανεί. Θα φανεί η ομάδα που έχει τις περισσότερες λύσεις. Αυτό είναι το θέμα και η απάντηση στο γιατί δεν πάνε πια οι ελληνικές ομάδες στο φάιναλ φορ. Μα πως θα πας; Αφού όταν θα συναντηθείς με μια ομάδα όπως η Φενέρ ή η Ρεάλ, θα σε κερδίσει δύο φορές, αφού είναι καλύτερες ομάδες. Δεν είναι ένα παιχνίδι στην έδρα σου που μπορεί και να το κερδίσεις. Γενικά φέτος δεν μου άρεσε ο Παναθηναϊκός και όλο αυτό με τον Πιτίνο που ήρθε και έκανε κάποια σχόλια για την ομάδα και τα στοιχεία της δεν μου άρεσαν.

    Μακάρι να δοθεί πίστωση χρόνου στον Γιώργο Βόβορα και να έχει την ευκαιρία να αποδείξει τι μπορεί να κάνει. Το θέμα με τον Παναθηναϊκό είναι πάντα τι χρήματα μπορεί να διαθέσει, ευτυχώς υπάρχει ο κύριος Γιαννακόπουλος που βάζει και θα βάζει χρήματα. Το ζήτημα με τις ομάδες είναι αυτό να έχουν διάθεση όλες αυτές οι οικογένειες που είναι τόσα χρόνια στο χώρο του αθλητισμού να επενδύουν σε αυτές και να έχουν υψηλούς στόχους για τις ομάδες τους. Το θεωρώ δύσκολο με το μπάτζετ που υπάρχει αυτή τη στιγμή και με τις άλλες ομάδες που είναι πολύ ποιοτικές να μπορέσει να διεκδικήσει ο Παναθηναϊκός ή ο Ολυμπιακός μια θέση στα φάιναλ φορ όπως συνέβαινε για πολλά χρόνια που είχαμε πάντα εκπροσώπησε ως χώρα».

    – Ο Παναθηναϊκός τα τελευταία χρόνια έχει ηγέτη τον Νικ Καλάθη. Υπάρχουν σενάρια ότι δεν θα συνεχίσει στους «πράσινους», αν αυτό συμβεί πιστεύεται ότι ίσως ήρθε η ώρα η ομάδα να χτίσει έναν ελληνικό κορμό και να μην έχει έναν πρωταγωνιστή αλλά να βασίζετε σε περισσότερους παίκτες;

    «Υπάρχουν Έλληνες παίκτες στον Παναθηναϊκό, είναι ο Μήτογλου, ο Παπαπέτρου είναι ο Νίκος Παππάς, υπάρχει δηλαδή ένας κορμός Ελλήνων παικτών. Απλά αυτός ο κορμός δεν έχει καμία σχέση με τον ελληνικό κορμό που είχε ο Παναθηναϊκός τα περασμένα χρόνια. Εγώ θεωρώ πάντα ότι οι Έλληνες είναι αυτοί που κάνουν τη διαφορά. Αν θεωρείς ότι και ο Μπατίστ μετά από οκτώ χρόνια στον Παναθηναϊκό, Έλληνας θεωρούταν. Έχουν αλλάξει τα πράγματα πλέον. Να σκεφτείς ότι κάποτε οι οκτώ από τους δώδεκα παίκτες του Παναθηναϊκού ήταν βασικά στελέχη της Εθνικής μας ομάδας, τότε που είχε τις τρομερές επιτυχίες. Ήταν ο βασικός κορμός του Παναθηναϊκού και πλαισιώνονταν από δύο- τρεις ξένους που άλλαζαν.

    Χατζηβρέττας, Τσαρτσαρής, Ντικούδης, Διαμαντίδης, αυτοί οι παίκτες δεν έχουν καμία σχέση με τους Έλληνες που είναι τώρα στον Παναθηναϊκό. 100% τα παιδιά έχουν ταλέντο αλλά δεν είναι μόνο το ταλέντο. Είναι η προσωπικότητα, είναι αν μπορείς να σηκώσεις το βάρος της φανέλας. Στο μυαλό του κόσμου ο Παναθηναϊκός είναι πάντα πρώτος. Εμείς έτσι μεγαλώσαμε από τότε που πήγαμε στον Παναθηναϊκό. Ο πρώτος είναι πρώτος, ο δεύτερος είναι… τίποτα. Ήμασταν 17 χρονών όταν πήγαμε στον Παναθηναϊκό, πιτσιρικάδες, δεν ήταν εύκολο να το διαχειριστούμε αυτό».

    – Το περασμένο καλοκαίρι μετά τα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα των μικρών Εθνικών ομάδων, έγινε μεγάλη κουβέντα για το αν πλέον βγάζει η χώρα μας ταλέντα. Εσείς που ασχολείστε με αυτές τις ηλικίες τι πιστεύετε ότι συμβαίνει;

    «Τα παιδιά έχουν όρεξη, αλλά δεν έχουν διάρκεια όταν αρχίζουν να κουράζονται, δεν είναι τόσο σκληρά όσο την δική μας εποχή. Θα προτιμήσουν να είναι στο τάμπλετ. Εγώ είμαι πολύ κατά, δεν ασχολούμαι με αυτά ούτε τα παιδιά μου τα αφήνω πολύ. Θα προτιμήσω να πάμε μια βόλτα, να κάνουν ποδήλατο δύο ώρες και να κάθομαι να τα βλέπω. Είναι λίγο τα σημερινά παιδιά αυτής της φιλοσοφίας. Δεν είναι τόσο σκληρά, νομίζουν ότι είναι εύκολο να πετύχεις. Δεν είναι εύκολο, είναι πάρα πολύ δύσκολο. Τα παιδιά δεν έχουν συνειδητοποιήσει πόσο πολύ πρέπει να δουλέψουν για να πετύχουν. Κάποια μπορεί να έχουν βλέψεις να φτάσουν στο υψηλότερο επίπεδο, αλλά δεν είναι προετοιμασμένα. Πρέπει να είναι έτοιμα για την κόντρα, για τον ανταγωνισμό, όλα αυτά τα πράγματα πρέπει να τα αντέξουν. Εγώ αυτό δεν διακρίνω στα παιδιά. Το να είναι σκληρά. Μπορεί να κάνουν ατομικές, προπονήσεις, πολλές ώρες, αλλά στην πίεση όταν θα πρέπει να πάνε ένα βήμα μπροστά, πάνε ένα βήμα πίσω. Είναι ο χαρακτήρας των παιδιών.

    Λίγα παιδιά θα πάρουν τη μπάλα να πάνε στο ανοιχτό γήπεδο. Θα πούνε έχω καλά παπούτσια μη τα χαλάσω, θέλω κλειστό γήπεδο (σ.σ γέλια)! Τώρα υπάρχουν και άλλα πράγματα να κάνουν τα παιδιά, εμείς δεν τα είχαμε αυτά. Εμάς η ζωή μας ήταν στο γήπεδο. Τότε δεν ξέραμε ότι θα γίνουμε επαγγελματίες, θα βγάλουμε λεφτά από το μπάσκετ, δεν μας ένοιαζε, δεν είχαμε τέτοιο στόχο. Τώρα πολλά παιδιά ξεκινάνε με αυτό το στόχο χωρίς να μπορούνε να το κάνουνε. Όταν αντιλαμβάνονται την πίεση που έχει όλο αυτό, λυγίζουνε. Αν δεν αντέχεις να πιεστείς 17-18 χρονών πότε θα αντέξεις; Έχουμε φτάσει σε σημείο στα 23 και στα 24 να μιλάμε ακόμα για ταλέντα και να μην έχουν καταφέρει τίποτα. Υπάρχει μια διαφορετική αντίληψη πλέον για τον αθλητισμό και τον πρωταθλητισμό και πως το διαχειρίζονται τα παιδιά όλο αυτό».