Πατέρας: «Εξαιρετική προσπάθεια ο Αλαφούζος – Δεν αποκλείω το ενδεχόμενο να ξανασχοληθώ με τον Παναθηναϊκό»

    Ο πρώην πρόεδρος του Παναθηναϊκού, Νικόλας Πατέρας φιλοξενήθηκε στην επετειακή εκπομπή του SDNA για το Έπος του Γουέμπλεϊ και αναφέρθηκε στο πως το βίωσε σε ηλικία 8 ετών.

    Αναλυτικά όσα είπε:

    Για το πως έζησε σε ηλικία 8 ετών το Γουέμπλεϊ έχοντας τον πατέρα του ως γενικό αρχηγό του Παναθηναϊκού τότε: «Ναι, ήμουν τυχερός. Αυτό που θυμάμαι είναι την αγωνία του πατέρα μου εκείνη την εποχή να καταφέρει ο Παναθηναϊκός να προκριθεί, όπως και φυσικά όλου του φίλαθλου κόσμου. Όπως γνωρίζετε τότε τα σωματεία ήταν Ερασιτεχνικά. Στον Παναθηναϊκό ήταν ο πατέρας μου αλλά και σε άλλες ομάδες ήταν  άλλοι επιχειρηματίες. Παραδείγματος χάρη στον Ολυμπιακό ήταν ο κ. Γουλανδρής και στον Εθνικό ο κ. Καρέλας. Ο πατέρας μου είχε πορωθεί με την προσπάθεια που γινόταν να προκριθεί ο Παναθηναϊκός. Είχε μια εξαιρετική σχέση με τον κ. Κίτσιο, ο οποίος ήταν τότε ο πρόεδρος, αλλά και με όλο το διοικητικό συμβούλιο. Θυμάμαι πολύ συχνά και τον προπονητή μας τον Φέρεντς Πούσκας, ο οποίος ερχόταν στο σπίτι μας να φάει και όπως θα δείτε και στις φωτογραφίες ήμουν η μασκότ του, καθώς με έβαζε στα πόδια του στον πάγκο και παρακολουθούσα ως επί το πλείστων τα παιχνίδια στη Λεωφόρο στα πόδια του προπονητή μας».

    Για το πότε ασχολήθηκε ο πατέρας του, Διαμαντής Πατέρας, με τα δρώμενα του Παναθηναϊκού: «Τότε ήμουν 8 ετών. Θυμάμαι ότι ο θείος μου ο Γιάννης έκανε πολύ παρέα με τον Κώστα Μουρούζη, που ήταν στο μπασκετ. Τότε είχε πει στον πατέρα μου να ασχοληθεί και να βοηθήσει το ποδοσφαιρικό τμήμα. Επίσης, χρηματοδοτούσαν τότε την ομάδα του θαλάσσιου σκι του Παναθηναϊκού και είχαν αγοράσει κάποια κρις κραφτ, τα οποία είχαν δωρίσει στη Βουλιαγμένη και τα χρησιμοποιούσαν οι αθλητές του σκι, με τον διάσημο Γρηγόρη Κασιδόκωστα, που στη συνέχεια υπήρξε και πρωταθλητής και βαλκανιονίκης. Οπότε η σχέση του με τον Παναθηναϊκό ξεκίνησε πρώτα από το σκι, μετά από το πόλο, όπου έπαιζε τότε ο Γιώργος ο Κασιδόκωστας και στη συνέχεια ο θείος μου ο Γιάννης έπεισε τον πατέρα μου να βοηθήσει οικονομικά και να σταθεί κοντά στο ποδοσφαιρικό τμήμα».

    Για την φιλία του πατέρα του με τον Φέρεντς Πούσκας: «Ήταν πολύ καλοί φίλοι όπως και επίσης έμαθα μετά από καιρό από τους ποδοσφαιριστές της ομάδας του Γουέμπλεϊ, όπως ήταν ο Αντωνιάδης, ο Δομάζος, ο Φυλακούρης και ο Καμάρας, ότι είχαν μια ιδιαίτερη πατρική σχέση με τον πατέρα μου και ένιωθαν μια ελευθερία. Αν είχαν δηλαδή κάποια προσωπικά προβλήματα συζήταγαν μαζί του και τους βοηθούσε. Τότε όπως καταλαβαίνετε οι παίκτες έπαιρναν ελάχιστα χρήματα ως αμοιβή και καμία φορά θα έπρεπε να έχουν κάποιο κοντά τους να τον νιώθουν σαν αδερφό τους, σαν πατέρα τους για να μπορούν να μοιραστούν τα προβλήματα τους. Οπότε ο πατέρας μου είχε και αυτόν τον ρόλο».

    Για τη σχέση του Διαμαντή Πατέρα με τον Μίμη Δομάζο: «Ο πατέρας μου είχε μια πολύ καλή σχέση με τον Μίμη Δομάζο όπως και με τον Αντώνη Αντωνιάδη, την οποία την συντήρησα και εγώ και τη διατήρησα όταν ανέλαβα εγώ πρόεδρος του Παναθηναϊκού. Ο μεν Αντωνιάδης ήταν αντιπρόεδρος ο δε Δομάζος σύμβουλος».

    Για την κριτική που είχε γίνει τότε για ένα χρονικό διάστημα στον Φέρεντς Πούσκας: «Η αλήθεια είναι ότι σε ένα δύο τοπικά παιχνίδια τότε δεν είχε πάει καλά ο Παναθηναϊκός και μία μερίδα των φιλάθλων της ομάδας για ένα μικρό χρονικό διάστημα είχε στραφεί εναντίον του προπονητή και χρειάστηκε η παρέμβαση του προέδρου και του πατέρα μου για να ηρεμήσουν τα πνεύματα. Είναι αυτό που συμβαίνει συνήθως. Όταν μία ομάδα μπορεί να χάσει δύο εύκολα παιχνίδια, που οι φίλαθλοι εξεγείρονται και δημιουργείται καμία φορά μια άσχημη ατμόσφαιρα».

    Για το αν τον έπαιρνε ο πατέρας του σε όλα τα ματς: «Στη Λεωφόρο ναι. Σε εκτός έδρας θυμάμαι δύο – τρία παιχνίδια που με πήρε, στα οποία η μητέρα μου έφερνε αντίρρηση γιατί γυρνάγαμε αργά από το ταξίδι και την επόμενη μέρα είχα σχολείο. Οπότε κόπηκε αυτό. Φυσικά συμφώνησε να με πάρει μαζί του όταν πήγαμε στο Λονδίνο στον τελικό του Γουέμπλεϊ, δηλαδή πήγα μια εβδομάδα νωρίτερα, καθώς είχα και μέλη της οικογένειας μου, που ζούσαν στην Αγγλία μετά τον πόλεμο. Εκεί ήταν ένα ταξίδι που δεν μπορούσε να μου στερήσει».

    Για το αν ήταν στα προηγούμενα εντός έδρας παιχνίδια στο γήπεδο: «Αν με ρώτησετε για τα προηγούμενα παιχνίδια δεν μπορώ να σας πω ότι τα θυμάμαι τόσο. Θυμάμαι το παιχνίδι με τον Ερυθρό Αστέρα. Θυμάμαι παιχνίδια, από τα οποία συγκρατούσα την «βαβούρα» και τον «θόρυβο» που δημιουργούσε ο κόσμος παρά το ίδιο το παιχνίδι».

    Για το αν παρακολουθούσε τα παιχνίδια από την εξέδρα ή από τον πάγκo: «Τα περισσότερα στον πάγκο, δίπλα στον προπονητή».

    Για το ποιος ήταν ο αγαπημένος του παίκτης: « Όλοι οι παίκτες τότε ήταν αγαπημένοι μου. Απλώς θα έβαζα τον Οικονομόπουλο, καθώς θεωρούσα σαν παιδί εγώ ότι η θέση του τερματοφύλακα  ήταν η πιο σημαντική. Οπότε είχα μια παραπάνω αδυναμία στον Τάκη τον Οικονόμοπουλο».

    Για το αν θυμάται κάποιες από τις αντιδράσεις του πατέρα του κατά τη διάρκεια της τότε πορείας του Παναθηναϊκού: «Θυμάμαι ότι στο γήπεδο πήγαινε συχνά με τον Γιάννη τον Βογιατζή, ο οποίος έχει τραγουδήσει τον ύμνο του Παναθηναϊκού. Ο πατέρας μου όταν ο Παναθηναϊκός έχανε ήταν σκασμένος ενώ όταν ο Παναθηναϊκός πήγαινε καλά, ήταν ευχαριστημένος. Αυτό φυσικά το ένιωθε και το σπίτι και η ναυτιλιακή».

    Για το τι του είπε λίγο πριν αναλάβει την προεδρία του Παναθηναϊκού: « Στην αρχή ήταν αρνητικός, καθώς έβλεπε την γενικότερη κατάσταση στο ελληνικό ποδόσφαιρο και με συμβούλεψε τότε να μην ασχοληθώ με αυτόν τον χώρο, διότι υπάρχουν όλα αυτά που ξέρουμε όλοι. Τότε του είπα ότι και λόγω της φιλίας μου με τον Γιάννη Βαρδινογιάννη και λόγω της δύσκολης κατάστασης που ήταν ο Παναθηναϊκός τότε, καθώς είχε βρεθεί σε ένα τέλμα με τον εσωτερικό πόλεμο που γινόταν, θεωρούσα πως ήταν χρεός μου να βοηθήσω. Λίγο πριν φύγει από την ζωή όταν ήταν στον Ευαγγελισμό, μου ζήτησε να του υποσχεθώ ότι μόλις πάρω το νταμπλ θα αποχωρήσω, όπως και έκανα. Ο πατέρας μου δεν ήθελε να αποσυνδεθώ επειδή είχε κάτι με τον Παναθηναϊκό, αλλά θεωρούσε ότι ο χρόνος μου στα διοικητικά του Παναθηναϊκού με όλα τα προβλήματα, τα οποία υπήρχαν και ταλάνιζαν το ελληνικό ποδόσφαιρο, θα ήταν μεγάλη φθορά για μένα».

    Για το πόσο τον σημάδεψε σαν παιδί και σαν άνθρωπο η πορεία του Γουέμπλεϊ: «Νομίζω ότι όλη η γενιά η δικιά μου, δηλαδή τα παιδιά της ηλικίας μου τότε αλλά και άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας σημαδεύτηκαν από την πορεία του Παναθηναϊκού. Ένιωσαν πολύ περήφανοι, όπως φυσικά και όλη η Ελλάδα. Είναι ένα γεγονός που θα μείνει για πάντα χαραγμένο στις καρδιές μας. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι για το ελληνικό ποδόσφαιρο ήταν το καλύτερο πράγμα που έχει συμβεί. Επί προεδρίας μου αν θυμάμαι καλά είχαμε φτάσει στους «16» του Europa League, είχαμε πάει καλά στο Champions League, αλλά είναι εντελώς διαφορετικό να φτάνεις σε τελικό απ΄ όλα τα υπόλοιπα».

    Για το γεγονός ότι ο Παναθηναϊκός τότε πήγε μόνο με Έλληνες παίκτες στον τελικό του Γουέμπλεϊ: «Μόνο από Ελληνόπουλα, τα οποία ήταν κακοπληρωμένα και από Ελληνόπουλα, τα οποία ταυτόχρονα αυτό που λέμε σήμερα «Παίξτε για τη φανέλα» και το πίστευαν και το έκαναν».

    Για το τι θυμάται από τον Φέρεντς Πούσκας: «Κοιτάξτε. Θυμάμαι την πρώτη φορά που είχε στο σπίτι μας ότι ήταν σαν να γνωρίζω έναν γίγαντα, ένα τανκς. Δεν ξέρω πως να το πω. Ήταν ένας άνθρωπος που σε… φόβιζε αλλά ταυτόχρονα σε γέμιζε εμπιστοσύνη. Αυτό πιστεύω ότι έκανε και στους ποδοσφαιριστές μας. Είχε δηλαδή μια πολύ δυνατή προσωπικότητα, αλλά ταυτόχρονα ήταν ένας πολύ γλυκός άνθρωπος. Εγώ που ήμουν 8 χρονών εκείνη την εποχή, μου μιλούσε λες και ήμουν ένας άνθρωπος σε μεγαλύτερη ηλικία ενώ θα μπορούσε να αγνοεί τα μικρότερα παιδιά. Αντιθέτως, τον θυμάμαι όταν καμιά φορά πήγαινα με φίλους μου να παίξω μπάλα στη Λεωφόρο, έφευγε και ερχόταν μαζί μας. Ήταν ένας άνθρωπος βαριά συναισθηματικός, αλλά ταυτόχρονα ένας άνθρωπος που ενέπνεε τον σεβασμό και τον φόβο».

    Για το πως έζησε το ταξίδι στον τελικό του Γουέμπλεϊ: « Το ταξίδι στο Γουέμπλεϊ ξεκίνησε με την άφιξη της ομάδας στο Λονδίνο μερικές μέρες αφού είχαμε φτάσει εμείς. Αν θυμάμαι καλά είχαν καταλύσει το Χίλτον. Υπήρχαν πολλοί Έλληνες του Λονδίνου, οι οποίοι περίμεναν την ομάδα και υπήρχε τρομερός ενθουσιασμός. Τον πατέρα μου μπορώ να σας πω ότι την εβδομάδα που έμεινα εκεί και κατά τη διάρκεια του τελικού πρέπει να τον είδα συνολικά 6 ώρες. Τις περισσότερες ώρες ήμουν ή με ξαδέρφια μου ή με άλλους ανθρώπους. Στο κομμάτι που είχε να κάνει με την ομάδα και την διοίκηση ήταν σαν απαγορευμένος χώρος για όλους μας. Στο γήπεδο θυμάμαι τον ενθουσιασμό που υπήρχε. Ήταν πολύ συγκινητικό να βλέπεις όλους αυτούς τους Έλληνες χωρίς εισιτήρια να περιμένουν απ΄ έξω, με την ελπίδα να βρουν ένα μαγικό χαρτί για να μπουν στο γήπεδο. Ήταν πραγματικά μια πολύ όμορφη εμπειρία. Όταν έφτασε η ώρα του παιχνιδιού μπορώ να σας πω ότι το μόνο που θυμάμαι είναι τα γκολ. Όλο το υπόλοιπο είναι σαν να έχει περάσει μια φλασιά και να το έχω ξεχάσει. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση ο Κρόιφ κάθε φορά που έπαιρνε την μπάλα και μεγάλη εντύπωση ο τερματοφύλακας των Ολλανδών, ο οποίος είχα μια εικόνα ότι ήταν ένα θηρίο και δεν άφηνε τίποτα να περάσει μέσα. Μάλιστα καθόμουν το ίδιο βράδυ και σκεφτόμουνα ότι αυτός ξεπέρασε και το ίνδαλμα μου, που ήταν ο Τάκης Οικονομόπουλος».

    Για το ποια είναι η πιο έντονη στιγμή που θυμάται από όλη την πορεία προς τον τελικό του Γουέμπλεϊ: «Νομίζω τα δύο τελευταία παιχνίδια, με την Έβερτον και τον Ερυθρό Αστέρα. Με τον Ερυθρό Αστέρα αυτό που έγινε ήταν το απόλυτο θαύμα, η απόλυτη ανατροπή, αλλά και με την Έβερτον , καθώς η Έβερτον τότε θεωρείτο μία από τις τοπ ομάδες της Ευρώπης νομίζω ότι και αυτό ήταν ένα πάρα πολύ σημαντικό παιχνίδι. Αυτά τα δύο τελευταία παιχνίδια ήταν τα πιο συναρπαστικά και τα πιο σημαντικά για να φτάσουμε στον τελικό».

    Για το αν ο πατέρας του ήταν από τους χρηματοδότες της ομάδας του Παναθηναϊκού εκείνη την εποχή: «Όποιος αναλάμβανε αρχηγός κάποιου τμήματος έπρεπε αυτομάτως να χρηματοδοτεί και το τμήμα. Ο χρηματοδότης του μπάσκετ ήταν ο αντίστοιχος αρχηγός του μπάσκετ, του πόλο και πάει λέγοντας. Οπότε έβαζαν το χέρι στην τσέπη διότι αναγκαστικά, όπως είπαμε τα πράγματα χωρίς επαγγελματικό ποδόσφαιρο δεν ήταν όπως σήμερα που υπάρχουν χορηγοί, όπου έχουμε διαφημίσεις. Καμία σχέση. Είναι λοιπόν αληθές αυτό που λέτε. Αυτοί τότε έβαλαν το χέρι στην τσέπη».

    Για το γεγονός ότι τίμησε τo 2015 τους θριαμβευτές του Γουέμπλεϊ: «Η αλήθεια είναι ότι το 2014 αν θυμάμαι καλά είχα περάσει ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας και μου λέει ο γιος μου το 2015: «Πατέρα γιατί δεν φωνάζεις όλη την ομάδα του Γουέμπλεϊ να τους κάνουμε το τραπέζι;Να θυμηθούμε τα παλιά». Ο γιος μου τότε ήταν 14 ετών και σκέφτηκα ότι αυτό ήταν μια ωραία ευκαιρία να ξαναθυμηθούμε τα παλιά και βρεθήκαμε όλοι μαζί τα είπαμε. Να σας διορθώσω και να σας πω ότι επί πολυμετοχικότητας ο Μίμης Δομάζος είχε αρνηθεί και δεν συμμετείχε στην διοίκηση, αλλά λόγω της φιλίας που είχε με τον πατέρα μου τον συμβουλευόμουν».

    Για το τι σηματοδοτεί το Γουέμπλεϊ για την ελληνική κοινωνία του 1970: «Νομίζω ότι έκανε την Ελλάδα, η οποία ήταν μια μικρή χώρα που περνούσε μεγάλα προβλήματα, να φαίνεται γίγαντας στην Ευρώπη. Όπως ακριβώς έγινε και το 2004, όταν είχαμε κερδίσει το Euro, που αυτό έδωσε μια μεγάλη αυτοπεποίθηση στον ελληνικό λαό. Το ίδιο έγινε και με το Γουέμπλεϊ».

    Για το αν του λείπει η ενασχόληση με τον Παναθηναϊκό: «Στα διοικητικά όχι, αλλά όσον αφορά τα καθημερινά (π.χ. τα παιχνίδια) ναι. Την πορεία της ομάδας την παρακολουθώ και νομίζω ότι ο Γιάννης Αλαφούζος, παρά τα λάθη που μπορεί να κάνει ο κάθε πρόεδρος, έχει κάνει εξαιρετική προσπάθεια και έχει βάλει πολύ βαθιά το χέρι στην τσέπη για να σώσει την ομάδα σε πολύ δύσκολα χρόνια και τουλάχιστον αυτό είναι κάτι που οφείλουμε όλοι οι Παναθηναϊκοί να του το δώσουμε. Νομίζω ότι το ελληνικό ποδόσφαιρο γενικά περνάει πάλι τα γνωστά προβλήματα και παρά το γεγονός ότι κάποιοι πρόεδροι επενδύουν παραπάνω από τους άλλους, υπάρχει μια καχυποψία για τη διαφθορά, για όλα αυτά που γνωρίζετε. Μπορώ να πω ότι δεν μου λείπει αυτό το κομμάτι του πονοκεφάλου, που αφορά το διοικητικό. Μου λείπει να πηγαίνω στο γήπεδο, μου λείπει να βλέπω καλή μπάλα».

    Για τον λόγο που δεν πηγαίνει στο γήπεδο: «Η αλήθεια είναι ότι σταμάτησα να πηγαίνω στο γήπεδο όταν άρχισε να πηγαίνει στη Λεωφόρο ο γιος μου και οι φίλοι του.Άρχισα να βλέπω λοιπόν τα παιχνίδια από το σπίτι. Όταν κάποια στιγμή θα υπάρχει μια σωστή υποδομή και δεν εννοώ οπωσδήποτε ένα καινούργιο γήπεδο, αλλά μια πιο ανθρώπινη κατάσταση. Το ΟΑΚΑ όπως ξέρετε είναι ένα γήπεδο τεράστιο, που δεν νιώθεις ποδόσφαιρο».

    Για το πως βλέπει την προοπτική του Βοτανικού: «Είναι σημαντικό για την επόμενη μέρα του Παναθηναϊκού. Θεωρώ ότι κάθε ομάδα μεγάλη ή μικρή είναι πολύ θετικό να έχει το γήπεδο της. Όπως ο Ολυμπιακός έφτιαξε το δικό του γήπεδο, η ΑΕΚ φτιάχνει το δικό της γήπεδο, θα έπρεπε και ο Παναθηναϊκός να έχει το δικό του γήπεδο. Αυτό δίνει σε μία ομάδα μια σιγουριά και μία ταυτότητα. Τώρα το αν ο Βοτανικός σαν πρότζεκτ είναι βιώσιμο ή όχι, δεν το ξέρω. Επί εποχής μας τότε που ο Τζίγκερ είχε αναλάβει το πρότζεκτ του Βοτανικού φαινόταν ότι όλο αυτό αυτό το δημιούργημα θα έδινε μεγάλη ώθηση στην ομάδα. Τότε σκεφτείτε με τους κορμοράνους έχουν περάσει 14 χρόνια. Μια επένδυση που θα μπορούσε να είχε γίνει τότε και να είχε κρατήσει μια συνοχή στην πολυμετοχικότητα, δηλαδή από εκεί που υπήρχαν οι καθημερινές τριβές μεταξύ των μετόχων το γήπεδο θα μπορούσε να τους είχε κρατήσει πιο ενωμένους. Τελικά με τους κορμοράνους και τα συμβούλια της επικρατείας όπως βλέπετε, πήρε 12 χρόνια να ξεμπλοκάρει το σχέδιο και δεν ξέρω κατά πόσο έχει ξεμπλοκάρει οριστικά. Είμαι υπέρ του γηπέδου στο Βοτανικό και είμαι υπέρ του να ολοκληρωθεί πρώτα ο θεός αυτό το έργο».

    Για το αν έχει κλείσει οριστικά το ενδεχόμενο να ασχοληθεί ξανά με τον Παναθηναϊκό ή αν ποτέ δεν μπορεί να πει ποτέ: «Το πιο σωστό είναι το τελευταίο. Ποτέ δεν μπορείς να πεις ποτέ για κάτι. Απλώς αυτή τη στιγμή θα έλεγα ότι δεν είναι κάτι θα με ενδιέφερε να εμπλακώ, αλλά όπως λέτε και εσείς πότε δεν ξέρεις τι θα φέρει ο χρόνος».