Χατζηγιοβάνης: «Οφείλω στον Παναθηναϊκό τον ποδοσφαιριστή και άνθρωπο που είμαι σήμερα»

    Ο Τάσος Χατζηγιοβάνης παραχώρησε συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης στην ιστοσελίδα «Gazzetta.gr».

    Ο Έλληνας μεσοεπιθετικός αναφέρθηκε στο ποδοσφαιρικό του ξεκίνημα, την μεταγραφή του στον Παναθηναϊκό, την μεταπήδηση από την Κ19 στην ανδρική ομάδα, την αγωνιστική βελτίωση… καθώς και την μετακίνηση του στην Αλτάι.

    Μεταξύ άλλων δήλωσε:

    Ας πάμε πίσω στον χρόνο. Φανταζόσουν όταν ξεκινούσες ως παιδί ακόμα να παίζεις ποδόσφαιρο στην Μυτιλήνη ότι μετά από κάποια χρόνια θα βρίσκεσαι στο σημείο που είσαι σήμερα;

    «Όταν ήμουν μικρός και με ρωτούσαν “ποιο είναι το όνειρό σου;”, πάντα έλεγα ότι θα γίνω ποδοσφαιριστής. Δεν απαντούσα απλά και μόνο ότι θέλω να γίνω ποδοσφαιριστής, αλλά ότι θα τα καταφέρω και θα παίξω ποδόσφαιρο επαγγελματικά. Από την άλλη, δεν πίστευα ότι θα πήγαινα σε μια τόσο μεγάλη ομάδα, όπως ο Παναθηναϊκός. Δεν το είχα στο μυαλό μου ότι θα φτάσω να αγωνίζομαι στο πιο ψηλό επίπεδο. Φυσικά, δεν φανταζόμουν ούτε τα όσα ακολούθησαν, καταγράφοντας τελικά τόσες πολλές συμμετοχές με την φανέλα ενός τόσο σπουδαίου συλλόγου».

    Ποια ήταν η στιγμή που κατάλαβες ότι μπορείς να ζήσεις αποκλειστικά και μόνο από το ποδόσφαιρο;

    «Όταν με απέκτησε ο Παναθηναϊκός, ήθελα κάποια στιγμή να φτάσω στην πρώτη ομάδα και να καθιερωθώ. Έβαλα αυτόν τον στόχο από τα 15 μου, δούλεψα σκληρά και μέσα από κάθε βήμα που έκανα, πίστευα ακόμα περισσότερο ότι θα τα καταφέρω».

    Πριν φτάσεις, όμως, στον Παναθηναϊκό, σε είχε επιλέξει ο Ολυμπιακός.

    «Αυτό είχε γίνει σε πιο μικρή ηλικία, όταν ήμουν 12 ετών. Είχα περάσει από δοκιμαστικά στον Ολυμπιακό, που τότε είχε ως scouter τον Γιώργο Αμανατίδη. Ήθελαν να με αποκτήσουν. Μας είχαν προτείνει να μετακομίσουμε οικογενειακώς στην Αθήνα, όμως η οικογένειά μου δεν είχε την δυνατότητα να κάνει κάτι τέτοιο. Οι άνθρωποι του Ολυμπιακού μας είχαν πει πως θα εξασφαλίσουν δουλειά στους γονείς μου και θα μας βρουν σπίτι. Αυτό διότι ήμουν πολύ μικρός σε ηλικία για να μείνω στις εγκαταστάσεις του συλλόγου. Επέστρεψα στον Οδυσσέα Ελύτη αλλά εν δυνάμει άνηκα στον Ολυμπιακό και μπορούσα να κάνω μόνο προπονήσεις με την ομάδα μου. Θυμάμαι σε ένα παιχνίδι, ο προπονητής με έβαλε να παίξω χωρίς δελτίο, οι αντίπαλοι σταμάτησαν τον αγώνα και με πέταξαν έξω από το γήπεδο. Μου είπαν ότι αγωνιζόμουν παράνομα και τότε ένιωσα πάρα πολύ άβολα. Είχα βάλει τα κλάματα, όλος ο κόσμος με κοιτούσε. Μετά από έναν χρόνο σπάσαμε την συμφωνία με τον Ολυμπιακό και έμεινα ελεύθερος. Μας είχαν πει ότι θα με ξαναέβλεπαν όταν θα γινόμουν 15 ετών. Τελικά, σε αυτήν την ηλικία, ενώ έπαιζα με την μικτή Αιγαίου κόντρα στην μικτή Αθήνας, με είδαν τόσο ο Παναθηναϊκός όσο και ο Ολυμπιακός. Πρώτα με φώναξαν για δοκιμαστικά από τον Παναθηναϊκό. Μου είπαν ότι επιθυμούν να με αποκτήσουν και την επόμενη μέρα, όταν γύρισα στην Μυτιλήνη, ο Γιώργος Αμανατίδης πήρε τηλέφωνο την μητέρα μου και της είπε “μάθαμε ότι ο μικρός πήγε στον Παναθηναϊκό για δοκιμαστικά, αλλά σας είχαμε πει ότι θα τον φωνάξουμε κι εμείς όταν γίνει 15 χρονών”. “Ναι, αλλά κι εμείς δεν το ξέραμε σίγουρα. Μας πήρε ο Παναθηναϊκός, πήγαμε στον Παναθηναϊκό. Δεν μας είχε ενημερώσει κάποιος άλλος για κάτι”, του απάντησε εκείνη. Προφανώς το έμαθαν και μετά μας κάλεσαν. Εγώ είχα πει ήδη “ναι” στον Παναθηναϊκό. Ήξερα ότι αυτό ήταν το καλύτερο για το μέλλον μου. Όλοι μου είχαν εξηγήσει πως είναι μία ομάδα που δίνει περισσότερες ευκαιρίες στα παιδιά της Ακαδημίας της. Κάπως έτσι κατέληξα στον Παναθηναϊκό».

    Μέσα στην Ακαδημία, ποιοι είναι οι άνθρωποι που σε σημάδεψαν;

    «Πρώτος από όλους ο κ. Μάρκος γιατί ήταν ο άνθρωπος που με είδε, με πίστεψε και έτσι με απέκτησε ο Παναθηναϊκός. Μετά ήταν ο κ. Σαμαράς, που ως Διευθυντής της Ακαδημίας, έδωσε το “ΟΚ” για να προχωρήσουμε. Από εκεί και πέρα, συνεργάστηκα με πολλούς προπονητές, τον Κώστα Φραντζέσκο, τον Γιώργο Σίμο, τον Βαγγέλη Σάμιο. Φραντζέσκος και Σάμιος ήταν δύο άνθρωποι που με πίστευαν πολύ και μου το έλεγαν συνέχεια. Από όλους όμως πήρα πολλά πράγματα».

    Τι ξεχωριστό έχει η Ακαδημία του Παναθηναϊκού και βγάζει παιδιά όπως εσύ;

    «Το πιο σημαντικό είναι ότι στην Ακαδημία του Παναθηναϊκού υπάρχουν σωστοί άνθρωποι. Με τον κ. Σαμαρά εξελιχθήκαμε τόσο ως ποδοσφαιριστές, όσο και ως προσωπικότητες. Μάθαμε πάρα πολλά από εκείνον. Μας μιλούσε με τις ώρες για το ποδόσφαιρο, για τις εμπειρίες του στην Ολλανδία. Έβαλε πολύ γερές βάσεις για να λειτουργήσει σωστά η Ακαδημία του Παναθηναϊκού. Φυσικά, πάνω στο πλάνο του δούλευαν και όλοι οι προπονητές, προσπαθώντας να μας περάσουν την νοοτροπία του».

    Πόσο μεγάλη προσοχή δινόταν στο να εξελιχθείτε και ως χαρακτήρες;

    «Το πρώτο που επεδίωκαν στην Ακαδημία ήταν να γίνουμε σωστοί άνθρωποι. Παράλληλα με τις προπονήσεις, πηγαίναμε σχολείο. Μας έλεγαν συνέχεια πως το ότι μας επέλεξε ο Παναθηναϊκός δεν σήμαινε απαραίτητα και ότι θα έχουμε μία πετυχημένη καριέρα στο ποδόσφαιρο. Μας εξηγούσαν πως έπρεπε να είμαστε συνεπείς στις υποχρεώσεις μας στο σχολείο. Έμαθα πάρα πολλά στα χρόνια που πέρασα στην Ακαδημία. Άλλος άνθρωπος μπήκα σε αυτήν και άλλος βγήκα. Οφείλω στον Παναθηναϊκό τον χαρακτήρα που έχω διαμορφώσει. Φυσικά και οι βάσεις μπήκαν στο νησί μου, από την οικογένειά μου. Αλλά είναι πολύ διαφορετικό για ένα μικρό παιδί να φεύγει από την Μυτιλήνη και να πηγαίνει να ζήσει σε μία μεγάλη πόλη όπως η Αθήνα και να γίνεται μέλος ενός τόσο σπουδαίου συλλόγου. Ξαφνικά άρχισα να βλέπω και να ακούω πράγματα που ουδέποτε είχα δει ή ακούσει πιο πριν».

    Πώς βιώνει ένα παιδί από την ακαδημία του Παναθηναϊκού την προσμονή να παίξει στην πρώτη ομάδα;

    «Είναι πολλές οι θυσίες που έκανα. Άφησα την οικογένειά μου όταν ήμουν 15 ετών και έμεινα ουσιαστικά μόνος μου. Δεν ήταν εύκολο, αλλά αγαπάω πολύ αυτό που κάνω, δεν το κάνω μόνο για τα χρήματα. Ήταν το όνειρο της ζωής μου και μέσα από την προσπάθειά μου, έγινε πραγματικότητα. Μπορεί τώρα να αμείβομαι καλά αλλά για να φτάσω σε αυτό το επίπεδο, έχω περάσει πολλά. Η ανυπομονησία ήταν μεγάλη, ενώ χρειάστηκαν ατελείωτες ώρες προπόνησης για να βελτιωθώ».

    Δίπλα σου έκαναν προπόνηση παίκτες, όπως ο Μπεργκ, ο Ζέκα, ο Λέτο. Μετά έπαιξες μαζί τους…

    «Πολλές φορές, θυμάμαι, όταν τελείωνε η προπόνησή μας, καθόμουν στο γήπεδο και περίμενα να ξεκινήσει το πρόγραμμα της πρώτης ομάδας για να τους δω. Ήμουν χαρούμενος που έπαιζα στην Κ17 ή στην Κ20 του Παναθηναϊκού, τελείωνα την προπόνησή μου και καθόμουν να δω τους μεγάλους. Σκεφτόμουν ότι αυτό από μόνο του με έκανε ευτυχισμένο. Την ίδια στιγμή είχα στόχο να φτάσω στην πρώτη ομάδα. Την πρώτη φορά που με κάλεσαν για προπόνηση με τους μεγάλους, έκανα σαν τρελός».

    Εκεί ακριβώς θα σε πήγαινα. Πώς ήταν η πρώτη φορά που σε κάλεσαν να κάνεις προπόνηση με την πρώτη ομάδα;

    «Πήρα τηλέφωνα αμέσως την μαμά μου, τον μπαμπά μου, την αδερφή μου, όλη μου την οικογένεια. Φυσικά και τους φίλους μου».

    Ποιος ήταν αυτός που σου το είπε;

    «Ο Αντρέα Στραματσόνι ήταν αυτός που με ανέβασε για πρώτη φορά στην πρώτη ομάδα. Δεν με ενημέρωσε ο ίδιος, αλλά το είπε στους ανθρώπους της Ακαδημίας και εκείνοι μου το μετέφεραν. Θυμάμαι ότι πριν ξεκινήσει μια προπόνηση, μας μάζεψαν και μας είπαν ότι “την Δευτέρα θα πάνε στην πρώτη ομάδα για προπόνηση οι εξής ποδοσφαιριστές…” και ανάμεσα στα ονόματα που ανέφεραν ήταν και το δικό μου».

    Και έρχεται η ημέρα που κάνεις επίσημο ντεμπούτο και μάλιστα όχι σε ένα οποιοδήποτε παιχνίδι, αλλά στο Europa League, σε γεμάτη Λεωφόρο κόντρα σε μία πολύ καλή ομάδα.

    «Ήταν μια αξέχαστη εμπειρία, δεν το περίμενα να αγωνιστώ σε εκείνο το ματς. Ήταν ένα πολύ σημαντικό παιχνίδι για την ομάδα που προσπαθούσε να διατηρήσει ζωντανές τις ελπίδες για πρόκριση από τους ομίλους του Europa League. Όταν μου ζητήθηκε να μπω, είχα τόση χαρά, τόση ένταση, τόση τρέλα. Θα φορούσα για πρώτη φορά την φανέλα ενός μεγάλου συλλόγου σε ένα γεμάτο γήπεδο. Ο κόσμος με χειροκρότησε αλλά αυτό που μου έκανε μεγαλύτερη εντύπωση ήταν αυτό που ακολούθησε τις επόμενες ημέρες. Ενώ έως τότε δεν με αναγνώριζε κανείς, ξαφνικά, από ένα και μόνο ματς, όποτε έβγαινα έξω με σταματούσε κόσμος για φωτογραφίες».

    Εκείνο έμελλε να είναι ένα από τα τελευταία παιχνίδια του Αντρέα Στραματσόνι στον πάγκο της ομάδας. Τι θυμάσαι από εκείνον;

    «Ήταν ο προπονητής που με ανέβασε στην πρώτη ομάδα, με πίστευε πολύ. Δεν είχαμε όμως ιδιαίτερη προσωπική σχέση. Έκανα την προπόνησή μου υπό τις οδηγίες του χωρίς στο διάστημα εκείνο να μου έχει πει κάτι παραπάνω».

    Το έκανε, όμως, αυτό ο Μαρίνος Ουζουνίδης που διαδέχθηκε τον Αντρέα Στραματσόνι;

    «Ο κ. Ουζουνίδης με βοήθησε πολύ. Όποτε χρειαζόταν να μου πει κάτι για να με διορθώσει, πάντα το έκανε. Όταν έκανα λάθη, μου φώναζε και μου εξηγούσε πως να βελτιωθώ. Φυσικά, μου έλεγε “μπράβο” στα καλά. Δούλεψα πολύ μαζί του. Ως ομάδα περάσαμε όμορφες στιγμές μαζί του, αλλά ήταν και δύσκολα…».

    Με τον Μαρίνο Ουζουνίδη στον πάγκο του ο Παναθηναϊκός πέρασε την πιο δύσκολη σεζόν της σύγχρονης ιστορίας του. Κερδίζατε στο γήπεδο, όμως χάνατε βαθμούς έξω από αυτό. Παράλληλα, υπήρχαν και μεγάλες καθυστερήσεις στις πληρωμές. Πώς το βίωσες αυτό;

    «Ήταν κάτι που δεν μπορούσα καλά – καλά να συνειδητοποιήσω. Ήμουν πολύ μικρός ακόμα. Εμένα τότε με ένοιαζε να παίζω. Ήμουν μικρός σε ηλικία για να καταλάβω τι ακριβώς συνέβαινε, δεν είχα λόγο. Θα έλεγα ότι ήμουν λίγο… στην απέξω από όλο αυτό. Πήγαινα να κάνω την προπόνησή μου και ήμουν χαρούμενος που ήμουν μέλος της ομάδας του Παναθηναϊκού».

    Αυτό που λες έχει να κάνει και με το γεγονός ότι όντας νεαρός σε ηλικία δεν είχες τις υποχρεώσεις κάποιου μεγαλύτερου παίκτη;

    «Ναι, σίγουρα. Ήμουν ένα παιδί της ακαδημίας τότε κι έκανα προπόνηση με την πρώτη ομάδα. Έπαιρνα χρόνο συμμετοχής στους αγώνες, όμως, σε αυτήν την ηλικία το οικονομικό περνούσε σε δεύτερη μοίρα».

    Από το μυαλό σου τι περνούσε;

    «Ότι ήταν άδικο να χάνουμε βαθμούς με αυτόν τον τρόπο. Το συζητούσαμε και στα αποδυτήρια ότι είναι πολύ κρίμα να κάνουμε τόσο μεγάλη προσπάθεια στο γήπεδο και να χάνονται έτσι οι βαθμοί από εξωαγωνιστικούς παράγοντες».

    Στο φινάλε εκείνης της σεζόν, ανέλαβε ο Γιώργος Δώνης και άρχισε σταδιακά το κλαμπ να επανέρχεται σε μια φυσιολογική λειτουργία. Τόσο εσύ όσο και άλλα παιδιά, από παίκτες της Ακαδημίας, γίνατε σιγά σιγά οι «βασικοί» της ομάδας. Πώς διαχειριστήκατε αυτό το βάρος;

    «Ήταν τότε που κατάλαβα ότι πρέπει να ξεκινήσω να βλέπω τα πράγματα πολύ σοβαρά. Μπορεί να ήμουν μικρός, όμως, έπρεπε να σοβαρευτώ απότομα. Μας είχαν περάσει από την Ακαδημία, ότι εγώ, ο Μπουζούκης και ο Μαυρομμάτης θα ήμασταν οι παίκτες πάνω στους οποίους θα στηριχθεί η ομάδα. Εμείς από την πλευρά μας, με την παρουσία μας μέσα στο γήπεδο, κάναμε μεγάλο θόρυβο. Τόσο εγώ, όσο και ο Γιάννης, που είχαμε και περισσότερο χρόνο συμμετοχής, χρωστάμε πολλά στον κ. Δώνη. Μας πίστευε πολύ και μας το έδειχνε με τις πράξεις του. Ήμουν βασικός σε όλους τους αγώνες. Το κλίμα στην ομάδα ήταν εξαιρετικό. Ήμασταν μία οικογένεια με κεφαλαία γράμματα. Είχαμε αποδυτήρια με όλα τα γράμματα κεφαλαία. Η εικόνα που παρουσιάζαμε με τον συγκεκριμένο προπονητή ήταν εξαιρετική. Ήταν πολύ σημαντικό το γεγονός πως στην ενδεκάδα υπήρχαν πάντα πολλοί Έλληνες. Ζήσαμε πολύ όμορφες στιγμές. Μπορεί να μην καταφέραμε να κατακτήσουμε κάποιο τρόπαιο, όμως, βάλαμε τις βάσεις για να φτάσει ο Παναθηναϊκός εδώ που βρίσκεται σήμερα. Κανείς δεν μας πίστευε, όλοι έλεγαν “που πάμε με τα πιτσιρίκια;”. Στο τέλος, όμως, όλοι μιλούσαν για εμάς με τα καλύτερα λόγια».

    Πώς από το “πού πάμε με τον Μπουζούκη και τον Χατζηγιοβάνη”, φτάσαμε στην “ομάδα πρότυπο του Μπουζούκη και του Χατζηγιοβάνη”;

    «Όλοι κρινόμαστε μέσα στο γήπεδο, αυτό είναι ο καθρέφτης μας. Τα πολλά λόγια είναι φτώχια. Έζησα πολύ έντονα εκείνη την περίοδο και σίγουρα δεν ήταν εύκολο να διαχειριστώ όλον αυτόν τον θόρυβο. Τα ΜΜΕ μας αποθέωναν, τα βλέπαμε, τα διαβάζαμε και προφανώς χαιρόμασταν. Η εικόνα μας μέσα στο γήπεδο έκανε τον κόσμο του Παναθηναϊκού να μας αγαπήσει και να μας σεβαστεί».

    Στην αρχή εκείνης της σεζόν φοβηθήκατε;

    «Όχι, δεν φοβηθήκαμε. Το πιστεύαμε ως γκρουπ ότι μπορούμε να ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις που υπήρχαν».

    Ο Γιώργος Δώνης τι σας έλεγε; Θυμάσαι κάποια χαρακτηριστική ατάκα που σας είχε πει για να σας δείξει πόσο σας πιστεύει;

    «Θυμάμαι ότι με τις κουβέντες που κάναμε και με τα όσα μας έλεγε τόσο εκείνος όσο και οι συνεργάτες του, φαινόταν ότι μας πίστευαν πολύ. Θυμάμαι χαρακτηριστικά μία ατάκα ενός βοηθού του προπονητή. Πριν από ένα ματς κόντρα στον Ολυμπιακό στο Καραϊσκάκη μου είχε πει ότι “αν δεν κάνετε κάτι εσύ και ο Μπούζου, η ομάδα δεν κάνει τίποτα μπροστά. Αν εσύ και ο Μπούζου δεν είστε καλά, δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι επιθετικά”. Εκείνη την στιγμή, μου άρεσε πολύ αυτό που άκουγα. Έλεγα από μέσα μου ότι “είναι απίστευτο να παίζουμε στον Παναθηναϊκό και να υπάρχουν άνθρωποι να μας λένε τέτοια λόγια και να μας πιστεύουν τόσο πολύ”. Αντίστοιχα και ο κ. Δώνης μου έλεγε πριν ξεκινήσουμε προετοιμασία “φέτος θα βάλεις οκτώ γκολ και θα μοιράσεις οκτώ ασίστ”. Όταν το καλοκαίρι ο προπονητής σου λέει ότι θα πρέπει να βάλεις μέσα στη σεζόν οκτώ γκολ, αντιλαμβάνεσαι πόσο πολύ σε πιστεύει. Μάλιστα, παρά το γεγονός πως η ομάδα είχε αποκτήσει πολλούς ποδοσφαιριστές στη θέση μου, συνέχισα να παίζω εγώ».

    Τι σημαίνει για σένα η φωτογραφία από εκείνο το ματς κόντρα στην ΑΕΛ, στο οποίο πανηγυρίζεις μαζί με τον Γιάννη Μπουζούκη;

    «Είναι μια φιλία, μια αγάπη. Λένε ότι ο σωστός φίλος χαίρεται με την επιτυχία σου. Θεωρώ ότι ο “Μπούζου” είναι ένας πραγματικός φίλος για μένα κι εγώ για εκείνον. Μέχρι και σήμερα έχουμε καθημερινή επαφή. Χαίρεται με την επιτυχία μου, χαίρομαι με την δική του. Η φωτογραφία από το ματς με την ΑΕΛ είναι η εικόνα δύο παιδιών που βγήκαν από τον Παναθηναϊκό, έκαναν πολλά καλά πράγματα εκεί και μέσα από αυτήν την διαδικασία, χτίστηκε μεταξύ τους μία αληθινή φιλία».

    Λίγο πριν ανανεώσεις το συμβόλαιό σου με τον Παναθηναϊκό, είχε περάσει ένα δύσκολο διάστημα για σένα. Τι είχες σκεφτεί τότε;

    «Πριν την ανανέωση του συμβολαίου μου και έχοντας αυτό το δικαίωμα, μιλούσαμε με κάποιες ομάδες. Το θέμα ήταν ότι εγώ σαν Τάσος δεν είχα νιώσει έτοιμος να κάνω το επόμενο βήμα και να φύγω από τον Παναθηναϊκό. Ήθελα πρώτα να αποκτήσω περισσότερες παραστάσεις. Μπορούσα να υπογράψω ως ελεύθερος στην Μαλίν για το προσεχές καλοκαίρι. Είχαμε συναντηθεί και με την Στουτγκάρδη στην Αθήνα, αλλά η συγκεκριμένη υπόθεση δεν προχώρησε καθώς οι Γερμανοί δεν έκαναν κάποια άλλη κίνηση».

    Σε είχε στενοχωρήσει η αντιμετώπιση που είχες τότε από την πλευρά του Παναθηναϊκού;

    «Σίγουρα είχα στενοχωρηθεί. Θυμάμαι ότι αναρωτιόμουν πώς γίνεται να μην τα βρίσκουμε. Ο κ. Νταμπίζας είχε ένα συγκεκριμένο αγωνιστικό και οικονομικό πλάνο στο μυαλό του το οποίο ήταν σεβαστό αλλά όχι και κατανοητό. Είχα προσφέρει πολλά στην ομάδα και με έκανε να αισθανθώ αδικία. Μας πήρε χρόνο αλλά τελικώς, με την παρέμβαση και του κ. Αλαφούζου, καταλήξαμε σε συμφωνία».

    Σου είχε μιλήσει ποτέ προσωπικά ο Γιάννης Αλαφούζος;

    «Προσωπικά, όχι, δεν έχουμε μιλήσει ποτέ. Έχουμε χαιρετηθεί μόνο όποτε ερχόταν στο Κορωπί.

    “Γεια σου Τάσο”

    “Γεια σου Πρόεδρε τι κάνεις;”

    Δεν έχουμε, όμως, κάτσει ποτέ στο ίδιο τραπέζι για να μιλήσουμε».

    Όταν αποχώρησε ο Γιώργος Δώνης ανησυχήσατε ακούγοντας πως θα έρθει ένας ξένος προπονητής;

    «Θυμάμαι ότι όλοι στενοχωρηθήκαμε όταν αποχώρησε ο κ. Δώνης. Δεν καταλάβαμε ποτέ για ποιον λόγο έφυγε από την ομάδα. Θεωρώ ότι έφυγε άδικα, γιατί ήταν ένας επιτυχημένος προπονητής. Το ότι δεν καταφέραμε να κατακτήσουμε το πρωτάθλημα ή το Κύπελλο δεν καθιστά τον κ. Δώνη αποτυχημένο. Σε ό,τι αφορά στην έλευση του κ. Πογιάτος, εγώ δεν είχα άγχος γιατί πίστευα και πιστεύω στον εαυτό μου. Προσπάθησα μόνο να του αποδείξω μέσα από την δουλειά μου ότι αξίζω να παίζω. Έτσι είναι, άλλωστε, το ποδόσφαιρο. Οι προπονητές αλλάζουν και οι ποδοσφαιριστές πρέπει να προσαρμόζονται σε όσα τους ζητούνται να κάνουν».

    Τι δεν πήγε καλά και ο Ντάνι Πογιάτος αποχώρησε μετά από λίγα παιχνίδια στον πάγκο της ομάδας;

    «Κάποιες επιλογές του κ. Πογιάτος ήταν λανθασμένες. Ίσως και αυτός να μην πρόλαβε να μάθει καλά την ομάδα. Παρ’ όλα αυτά, πιστεύω ότι έφυγε πολύ γρήγορα. Ένας προπονητής προερχόμενος από την Ακαδημία της Ρεάλ Μαδρίτης είναι δεδομένο ότι έχει πολλά πράγματα να μάθει στους ποδοσφαιριστές του. Δεν του έδωσαν, όμως, χρόνο. Κακώς, κατά την γνώμη μου. Κάθε άνθρωπος δικαιούται κάποιες ευκαιρίες στην δουλειά του. Δυστυχώς, έτσι είναι η ζωή του προπονητή, ανά πάσα στιγμή είναι ο πρώτος που θα χρεωθεί κάποια αρνητικά αποτελέσματα και θα απολυθεί».

    Τον Ντάνι Πογιάτος διαδέχθηκε ο Λάζλο Μπόλονι. Πολλοί παίκτες έχουν υποστηρίξει ότι δεν υπήρχε επικοινωνία ανάμεσα σε εσάς και στον προπονητή. Τι έφταιγε για αυτό;

    «Ο κ. Μπόλονι είναι μία ιδιαίτερη προσωπικότητα. Έχει μία νοοτροπία που ταιριάζει σε άλλη εποχή. Δεν ήταν ο προπονητής που θα μπορούσε να βοηθήσει τον Παναθηναϊκό να φτάσει και πάλι στην κορυφή. Δεν κατάφερε να βρει τρόπο επικοινωνίας με τους παίκτες. Προτεραιότητά του αποτελούσε το αμυντικό κομμάτι, δεν κοιτούσε η ομάδα του να παίξει ποδόσφαιρο. Όταν όμως είσαι στον Παναθηναϊκό πρέπει να κοιτάς και το δημιουργικό κομμάτι. Ο κ. Μπόλονι δεν είχε πλάνο για το πως θα επιτεθεί η ομάδα. Ο τρόπος που μας ζητούσε να παίξουμε δεν ταίριαζε στον Παναθηναϊκό. Ο σύλλογος χρειαζόταν έναν προπονητή με τον οποίο θα παίζαμε ωραίο ποδόσφαιρο, θα προσφέραμε θέαμα και θα φτάναμε στην κατάκτηση τροπαίων. Αυτό αξίζει στον Παναθηναϊκό. Παρ’ όλα αυτά, σέβομαι τον κ. Μπόλονι και δεν έχω κάτι προσωπικό μαζί του, ουδέποτε μάλωσα μαζί του. Πολλές φορές, μάλιστα, συζητούσαμε. Θυμάμαι πως συχνά τον ρωτούσα για τον Κριστιάνο Ρονάλντο».

    Τι σου είχε πει για αυτόν;

    «Μου είχε πει ότι δεν περίμενε πως ο Ρονάλντο θα γίνει ο καλύτερος παίκτης στον κόσμο, αλλά έβλεπε ότι πρόκειται για έναν εξαιρετικό ποδοσφαιριστή».

    Στο φινάλε εκείνης της απογοητευτικής σεζόν ανέλαβε ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς. Ποια ήταν η πρώτη εντύπωση που σχημάτισες για εκείνον;

    «Από την πρώτη ημέρα που ήρθε ο κ. Γιοβάνοβιτς στον Παναθηναϊκό, είπε τα καλύτερα για εμένα. Με πίστευε και με πιστεύει μέχρι και σήμερα πάρα πολύ, σύμφωνα με τα λεγόμενά του. Έχουμε κάνει πολλές συζητήσεις και σε όλες μου λέει τα καλύτερα τόσο για την αξία μου ως ποδοσφαιριστής όσο και ως άνθρωπος».

    Σου έδωσε από την αρχή την αίσθηση ενός ανθρώπου που θα καταφέρει να ανεβάσει επίπεδο τον Παναθηναϊκό;

    «Καταλάβαμε αμέσως ότι είναι ένας προπονητής που έχει συγκεκριμένο πλάνο για το δημιουργικό κομμάτι του παιχνιδιού. Ένα πλάνο πολύ ποδοσφαιρικό. Πρόκειται για έναν άνθρωπο που έχει βάλει το χέρι του για να παίζει έτσι όπως παίζει σήμερα ο Παναθηναϊκός και αυτό δεν μπορεί κανείς να το αμφισβητήσει».

    Ποιο είναι το στοιχείο εκείνο που έχει ως άνθρωπος και κατάφερε να δημιουργήσει ένα τόσο καλό γκρουπ, που μπαίνει στο γήπεδο με συγκεκριμένη κατεύθυνση;

    «Κάθε παίκτης θέλει να έχει έναν προπονητή, στον οποίο να αρέσει το καλό ποδόσφαιρο. Θεωρώ ότι μας κέρδισε όλους με την φιλοσοφία του. Ήξερα ότι το μόνο που έπρεπε να κάνω για να αγωνίζομαι ήταν να ακολουθήσω το πλάνο του. Ένας καλός προπονητής, πάντα κερδίζει τους παίκτες του. Μου έλεγε τα καλύτερα και έτσι αισθανόμουν χαρούμενος, δούλευα όσο περισσότερο μπορούσα προκειμένου να βοηθήσω την ομάδα μου. Όταν κάποιος με πιστεύει, δίνω τον καλύτερό μου εαυτό για να τον δικαιώσω. Να του ανταποδώσω την χαρά που με κάνει να νιώθω. Από εκεί και πέρα, θεωρώ πως στο κομμάτι της ψυχολογίας της ομάδας έπαιξαν πολύ μεγάλο ρόλο κάποια θετικά αποτελέσματα. Όταν έρχονται νίκες, μία ομάδα πιστεύει περισσότερο στις δυνατότητές της, οι ποδοσφαιριστές αισθάνονται πιο δυνατοί. Ο κ. Γιοβάνοβιτς κατάφερε να φτιάξει μία ομάδα που παίζει καλό ποδόσφαιρο και διαθέτει χαρακτήρα νικητή».

    Σου κόστισε το συμβάν με τον Λούκας Βιγιαφάνες στην προετοιμασία; Ήταν κάτι που σκεφτόσουν κατά την διάρκεια της χρονιάς;

    «Όχι. Δεν με επηρέασε, γιατί ήταν κάτι που μπορεί να συμβεί μέσα στην προπόνηση. Με τον “Βίγια” τα βρήκαμε μετά, δεν έχουμε κάτι να χωρίσουμε. Θεωρώ ότι ήταν κάτι που ξεχάστηκε γρήγορα. Μπορεί να πήρε μεγαλύτερη έκταση λόγω του δικαστηρίου που έγινε για τον Λούκας αλλά αυτό δεν είχε να κάνει σε κάτι με εμένα. Εγώ δεν είχα κάνει κάτι».

    Προσωπικά πως βίωσες την χρονιά της επιστροφής του Παναθηναϊκού σε ρόλο πρωταγωνιστή;

    «Εγώ είχα πρωταγωνιστικό ρόλο στην ομάδα μέχρι τον Δεκέμβριο. Από εκείνο το χρονικό σημείο και μετά, είτε περνούσα στους αγώνες ως αλλαγή, είτε δεν έπαιζα καθόλου. Πέρσι το καλοκαίρι, μετά το τέλος της προετοιμασίας, υπήρξε πρόταση για εμένα από την Αλτάι. Παρ’ όλα αυτά, η ομάδα δεν την αποδέχθηκε. Εγώ ήμουν ανοιχτός στο να αγωνιστώ στο τουρκικό πρωτάθλημα από την στιγμή που και ο Παναθηναϊκός θα ήταν καλυμμένος».

    Σε επηρέασε το γεγονός ότι η συγκεκριμένη υπόθεση δεν προχώρησε;

    «Εν τέλει, δεν με πείραξε γιατί εκείνο το διάστημα μιλούσα πολύ με τον κ. Γιοβάνοβιτς και μου έδειχνε πως με ήθελε πολύ στην ομάδα. Μου έλεγε χαρακτηριστικά ότι “δεν σε δίνω όσο είμαι εγώ εδώ, θα κάτσεις μαζί μου. Θέλω να παίξεις στην ομάδα, να σε βοηθήσω να βελτιωθείς”. Έτσι, δεν είχα άγχος, γιατί ήξερα ότι είχα έναν προπονητή ο οποίος με πίστευε και στηριζόταν σε εμένα. Εκείνο το καλοκαίρι ο Παναθηναϊκός ήθελε να ανανεώσει το συμβόλαιό μου. Μάλιστα, μου είχε πει ο κ. Γιοβάνοβιτς ότι είχε μιλήσει με τον Πρόεδρο προκειμένου να έρθει σε επαφή μαζί μου για να ανανεώσουμε την συνεργασία μας. Συνέχισα στην ομάδα και έπαιζα μέχρι τον Δεκέμβριο. Μετά, ωστόσο, λόγω της καλής παρουσίας του Αϊτόρ και του Παλάσιος, έμεινα στον πάγκο. Το υπόλοιπο της σεζόν δεν ήταν ένα καλό διάστημα για εμένα. Ήμουν στενοχωρημένος το τελευταίο μου εξάμηνο στον Παναθηναϊκό, γιατί δεν έπαιζα. Φυσικά, όμως, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν σέβομαι τους δύο συμπαίκτες μου που έκαναν μαγική χρονιά».

    Εσύ πότε πήρες την απόφαση να αποχωρήσεις από τον Παναθηναϊκό; Μίλησες για αυτό στον σύλλογο;

    «Τόσο εγώ όσο και το περιβάλλον μου δεν είπαμε ποτέ ότι θα φύγω. Το διάστημα που μου έλεγαν ότι θα μου κάνουν πρόταση ανανέωσης, την περίμενα. Είχαμε κάνει δύο ραντεβού αλλά εν τέλει δεν έκαναν ποτέ επίσημη πρόταση. Ποτέ. Εγώ, ειδικά το τελευταίο εξάμηνο που δεν έπαιζα, μέσα μου είχα πάρει την απόφασή μου. Δεν το είχα συζητήσει, όμως, με κάποιον από την ομάδα. Κατάλαβα πως είχε έρθει η ώρα να προχωρήσω και έφυγα ως ελεύθερος».

    Αν σου είχε γίνει πρόταση, θα ήθελες να έχεις παραμείνει στον Παναθηναϊκό;

    «Με το αν δεν μπορείς να σχεδιάσεις την επόμενη σου μέρα. Η κάθε πλευρά έκανε τις επιλογές της…».

    Είχες προετοιμαστεί μέσα σου για το επόμενο βήμα στην καριέρα σου;

    «Ναι, αλλά και πάλι ήταν δύσκολο. Ήταν δύσκολο να αποχωριστώ τον Παναθηναϊκό και την Ελλάδα. Το φοβόμουν λίγο, αλλά σκέφτηκα ότι είχε έρθει η ώρα να δοκιμάσω στο εξωτερικό».

    Η καριέρα σου στον Παναθηναϊκό δεν ολοκληρώθηκε με τον ιδανικό τρόπο. Το τελευταίο σου ματς δεν ήταν όπως το ονειρευόσουν, παρά το γεγονός πως είχαν διαμορφωθεί ιδανικές συνθήκες με την παρουσία της ομάδας σε έναν τελικό Κυπέλλου. Αυτό σε πίκρανε;

    «Ναι, αυτή ήταν η πιο στενάχωρη μέρα της καριέρας μου στον Παναθηναϊκό. Είχα τόσο αντιφατικά συναισθήματα. Για πρώτη φορά στην καριέρα μου έφτασα σε έναν τελικό με τον Παναθηναϊκό, την ομάδα στην οποία τόσα χρόνια πέρασα πολλά, όμορφα και άσχημα. Είμαι ένα παιδί που ξεκίνησε από την Ακαδημία του συλλόγου, φόρεσα το περιβραχιόνιο του αρχηγού, κατέγραψα τόσες πολλές συμμετοχές με την πρώτη ομάδα, ενώ κλήθηκα και στην Εθνική Ελλάδος. Ο σύλλογος ήξερε ότι θα αποχωρήσω το καλοκαίρι καθώς έληγε το συμβόλαιό μου και άρα ο τελικός θα ήταν το τελευταίο μου ματς με την φανέλα του Παναθηναϊκού. Είχα κλείσει εισιτήρια στην οικογένειά μου για να έρθουν από την Μυτιλήνη και να δουν το παιχνίδι. Ήθελα αν κατακτούσαμε το τρόπαιο, όπως και έγινε, να το πανηγυρίσω με τους δικούς μου ανθρώπους. Θα ήταν μία υπέροχη στιγμή, όπως την είχα φανταστεί. Ξαφνικά, στο ξενοδοχείο, λίγη ώρα πριν το ματς μαθαίνω ότι θα είμαι εκτός αποστολής. Εκείνη την στιγμή πέρασαν από το μυαλό μου όλα όσα πέρασα στον Παναθηναϊκό και αναρωτήθηκα “πως γίνεται αυτό ρε φίλε;”. Δεν μπορούσα να καταλάβω πως γίνεται να μένω εκτός αποστολής στο τελευταίο μου ματς με την ομάδα στην οποία αγωνίστηκα έξι χρόνια και άλλα τέσσερα ήμουν στην Ακαδημία της. Με το που ανέβηκα στο λεωφορείο της ομάδας, έβαλα τα κλάματα. Όλοι οι παίκτες ήρθαν και με αγκάλιασαν, προσπάθησαν να με παρηγορήσουν. Ίσως να στενοχωρήθηκαν ακόμα και εκείνοι, φάνηκε πως δεν το περίμεναν. Ήξεραν, ειδικά οι Έλληνες, ότι θα ήταν το τελευταίο μου παιχνίδι στον Παναθηναϊκό. Ασφαλώς και στο τέλος η χαρά μου που κατακτήσαμε το τρόπαιο ήταν πολύ μεγάλη. Αισθανόμουν σαν να είχα παίξει κι εγώ. Πανηγύρισα με την ψυχή μου με την υπόλοιπη ομάδα γιατί πάνω απ’ όλα είναι ο Παναθηναϊκός και όχι τα πρόσωπα. Ήταν η ανταμοιβή για την προσπάθεια που κάναμε όλοι μαζί ως ομάδα όλη την χρονιά. Ακόμα και κατά την διάρκεια του αγώνα προσπαθούσα να βοηθήσω τους συμπαίκτες μου από την θέση που καθόμουν δίπλα στον πάγκο».

    Πώς ήταν η τελευταία σου μέρα στο Κορωπί;

    «Ήταν μία πολύ δύσκολη στιγμή. Όταν χαιρετούσα τα παιδιά, δεν πίστευα ότι φεύγω. Συγκινηθήκαμε όλοι, με αγαπούσαν όλοι και αυτό το εισέπραττα κάθε μέρα. Είχα δεθεί με τους ανθρώπους στο Κορωπί. Προσπαθούσα να πω στον εαυτό μου ότι “η ζωή συνεχίζεται”. Ακόμα και τώρα πάντως, επτά μήνες μετά, δεν έχω συνειδητοποιήσει ότι έχω φύγει από τον Παναθηναϊκό. Όποτε πηγαίνω στην Αθήνα, επισκέπτομαι το Κορωπί για να δω τα παιδιά και αν η ομάδα έχει αγώνα, πηγαίνω στην Λεωφόρο».

    Τι σημαίνει ο Παναθηναϊκός για σένα;

    «Είμαι ευγνώμων για όσα έζησα όλα αυτά τα χρόνια. Οφείλω στον Παναθηναϊκό τον ποδοσφαιριστή και άνθρωπο που είμαι σήμερα. Ο σύλλογος αυτός με ανέδειξε, με δούλεψε και με βελτίωσε».

    0 0 Ψήφοι
    Article Rating
    Subscribe
    Notify of
    guest
    0 Comments
    Inline Feedbacks
    Δείτε όλα τα ασχόλια